Σε θρίλερ εξελίσσεται η υπόθεση του ηλεκτρικού καλωδίου Κρήτης –Κύπρου μετά την χθεσινή επεισοδιακή συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου στην Κύπρο, το οποίο δεν κατάφερε να ανοίξει το δρόμο και να επικυρώσει την καταρχήν συμφωνία που επιτεύχθηκε την Τρίτη με τον ΑΔΜΗΕ.

Η συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου της Κύπρου, που αρχικά είχε προγραμματιστεί για τις 10:30 το πρωί, μεταφέρθηκε στις 4 το απόγευμα, ενώ κλήθηκαν να συμμετάσχουν ο Γενικός και ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας. Ωστόσο, το συμβούλιο δεν ασχολήθηκε με το θέμα της ηλεκτρικής διασύνδεσης, παρά τις αρχικές προσδοκίες, όπως αναφέρει δημοσίευμα του *Φιλελεύθερου*.

Σύμφωνα με το δημοσίευμα, η κυπριακή κυβέρνηση δεν είναι έτοιμη να επικυρώσει τη συμφωνία που είχε επιτευχθεί την προηγούμενη Δευτέρα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την ελληνική κυβέρνηση και τον ΑΔΜΗΕ, τον φορέα υλοποίησης του έργου. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Κωνσταντίνος Λετυμπιώτης δήλωσε ότι η αξιολόγηση της ωφελιμότητας του έργου βρίσκεται σε εξέλιξη, με ιδιαίτερη έμφαση στην επίδρασή του στους λογαριασμούς ηλεκτρικής ενέργειας των καταναλωτών.

Υπάρχουν ενδείξεις ότι η κυβέρνηση επανεξετάζει βιαστικά τα δεδομένα του έργου, χωρίς να έχει στη διάθεσή της αξιολόγηση της μελέτης κόστους-οφέλους από ανεξάρτητο φορέα. Επίσης, εξετάζεται το ενδεχόμενο χρηματοδότησης του έργου από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (EIB) μετά από αίτημα του ΑΔΜΗΕ για δάνειο εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ.

Παρά το γεγονός ότι η συμφωνία αφορά κυρίως το ρυθμιστικό πλαίσιο και όχι τη συμμετοχή της κυβέρνησης στην επένδυση, η διστακτικότητα της κυβέρνησης συνδέεται με το φόβο ότι οι καταναλωτές μπορεί να επιβαρυνθούν οικονομικά για ένα έργο που ίσως δεν υλοποιηθεί, ειδικά αν υπάρξουν γεωπολιτικές παρεμβάσεις από την Τουρκία.

Ο ΑΔΜΗΕ από την πλευρά του επιθυμεί να μεταφέρει το γεωπολιτικό ρίσκο στην κυπριακή και ελληνική κυβέρνηση, προκειμένου να διασφαλίσει ότι θα αποζημιωθεί για τις δαπάνες του σε περίπτωση που το έργο ακυρωθεί λόγω εξωτερικών παραγόντων. Ωστόσο, οποιαδήποτε προσπάθεια αλλαγής των όρων της ρυθμιστικής απόφασης ενδέχεται να οδηγήσει σε ακύρωση της χορηγίας των 657 εκατ. ευρώ από την Ευρωπαϊκή Ένωση.